Λ.Θ.: «Σαν εμμονή δηλαδή;». Β.Σ.: «Ναι». Λ.Θ.: «Αυτό ανησύχησε τους γύρω σου;». Β.Σ.: «Λίγο ναι. Φάνηκε, όμως, παράλληλα και το πάθος μου για τη ζωγραφική. Επίσης, δημιουργούσε εντύπωση η ικανότητά μου να ζωγραφίζω σε μεγάλες επιφάνειες. Όλα τα παιδιά ζωγράφιζαν σε μπλοκ ζωγραφικής , κι εγώ από Α3 και πέρα. Δε φοβόμουνα το μέγεθος και ζωγράφιζα μεγάλες εικόνες, κυρίως πρόσωπα και μεγάλα μάτια». Λ.Θ.: «Παρατηρώ πως τα έργα σου αναπαριστούν συχνά το μάτι». Β.Σ.: «Ναι. Ήταν πάντα αγαπημένο μου θέμα και παραμένει ακόμα. Γενικά , αγαπώ πολύ το πορτρέτο». Λ.Θ.: «Μπορώ να πω ότι σε χαρακτηρίζει το πορτρέτο. Τα πρόσωπα και κυρίως τα μάτια που ζωγραφίζεις είναι πολύ ζωντανά». Β.Σ.: «Τα μάτια, το σχήμα του προσώπου και η έκφραση είναι τα πρώτα σημεία που προσέχω. Έπειτα ακολουθούν η αρμονία με το υπόλοιπο σώμα, το χώρο, η διάδραση με αυτόν και η ατμόσφαιρα που θέλω να αποδώσω. Νομίζω όλα αυτά μαζί δίνουν την τελική εικόνα». Λ.Θ.: «Αργότερα πώς εξελίχθηκε αυτό το πάθος; Στο σχολείο , για παράδειγμα, όπου αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε κάποια πράγματα, τι μηνύματα λάμβανες από τους δασκάλους και τους συμμαθητές σου;». Β.Σ.: «Στο σχολείο το έκρυβα. Δεν ήθελα να ξέρουν αν και τι ζωγραφίζω». Λ.Θ.: «Γιατί έτσι;». Β.Σ.: «Δεν ξέρω γιατί μου έβγαινε αυτή η ανάγκη να μη θέλω, κυρίως, να με βλέπουν να ζωγραφίζω». Λ.Θ.: «Ντρεπόσουν;». Β.Σ.: «Θεωρούσα πως δεν ήταν ωραία αυτά που ζωγράφιζα». Λ.Θ.: «Οι γύρω σου τι έλεγαν όμως; Οι γονείς σου ; ». Β.Σ.: «Καλά λόγια. Τους άρεζαν οι ζωγραφιές μου».